Λόγω της ημέρας ας δούμε από που προήλθαν οι φράσεις «καλό βόλι», «θα τον μαυρίσω» και «το έριξε δαγκωτό».
Με την ευχή “καλό βόλι” προσέρχονται οι περισσότεροι Έλληνες ψηφοφόροι στις κρισιμότερες εκλογές από τη μεταπολίτευση.
Μπορεί τα τελευταία χρόνια στα εκλογικά τμήματα να μας παρέχουν ψηφοδέλτια των κομμάτων, αλλά από το 1844 και για περίπου 80 χρόνια οι Έλληνες ψήφιζαν με “σφαιρίδια”.
Η κάλπη εσωτερικά ήταν χωρισμένη στα δύο και στο δεξιό μέρος που είχε λευκό χρώμα ήταν το Ναι, ενώ στο αριστερό που είχε μαύρο χρώμα ήταν το Όχι.
Από εκεί και προέκυψε και η ευχή “καλό βόλι”, καθώς οι ψηφοφόροι επέλεγαν δεξιά ή αριστερά ανάλογα με το αν ήθελαν να υπερψηφίσουν ή να καταψηφίσουν τον υποψήφιο.
Από αυτόν τον τρόπο ψηφοφορίας προέκυψαν και οι εκφράσεις “τον μαύρισα”, με τον σφαιροδότη να φωνάζει δυνατά το όνομα του υποψηφίου και τον ψηφοφόρο που ήθελε να τον καταψηφίσει να ρίχνει το σφαιρίδιο στη μαύρη πλευρά της κάλπης.
Υπήρχαν βέβαια και εκείνοι που δεν αρκούνταν σε αυτό και δάγκωναν τον μολυβένιο βώλο για να αναγνωρίζεται στην καταμέτρηση και έτσι βγήκε και η περίφημη φράση “θα το ρίξω δαγκωτό”.
Από τις δημοτικές εκλογές του 1914 και τις βουλευτικές του 1926 μέχρι και σήμερα, τα σφαιρίδια έχουν δώσει τη θέση τους στο έντυπο ψηφοδέλτιο, με τους ψηφοφόρους να καλούνται, αν επιθυμούν, να επιλέξουν υποψήφιο με σταυρό προτίμησης.