Γράφει η Μαρία Φραγκάκη
Σαν σήμερα, το 1981, έφυγε από τη ζωή ο Τζαμαϊκανός τραγουδιστής της Ρέγγε, Μπομπ Μάρλεϊ.
Έχω ξαναγράψει για εκείνον, αφού με τα λόγια του μας έχει δώσει πολλές φορές τροφή για σκέψη και προβληματισμό.
Αυτό που τον ξεχώριζε στα μάτια μου ήταν η πολιτική που έκανε μέσα από τα τραγούδια του. Τα μηνύματα που ήθελε να περάσε τα έκανε στίχους και επηρέαζε την κοινή γνώμη. Μετέτρεψε δηλαδή το επάγγελμά του, την αγάπη του, το μεράκι του σε ένα σύμβολο, τόσο κοινωνικό όσο και ηθικό. Δημιούργησε έναν δικό του τρόπο αντίστασης και ταυτόχρονα μία στάση ζωής.
Πόσοι από εμάς έχουμε τη δύναμη να ακολουθήσουμε έναν τέτοιο δρόμο; Να κάνουμε τις κινήσεις μας με τέτοιο τρόπο ώστε να υπακούν στην ιδεολογία μας; Τι εννοώ;
Η πλειοψηφία παραπονιέται για την καταπίεση των γυναικών στις ανατολικές χώρες και θα ήθελε να σέβονται και να εκτιμούν τις γυναίκες. Η ίδια πλειοψηφία σχολιάζει τα κιλά, το ντύσιμο και παρακολουθεί το lifestyle. Πάλι η πλειοψηφία τα έχει βάλει με την παγκοσμιοποίηση και την αλλοτρίωση που υφίστανται οι πολιτισμοί. Όμως χρησιμοποιούν greekglish και πίνουν coca-cola. Όλοι παραπονιούνται για τους πολιτικούς, όμως με κάποιο τρόπο οι ίδιοι κάθονται στα έδρανα της Βουλής. Όλοι διαμαρτύρονται για την παιδεια, όμως τα παιδιά τους τα πηγαίνουν σε φροντιστήρια από το γυμνάσιο κιόλας.
Αν ο καθένας μας κάτσει και σκεφτεί, με πόσα πράγματα έχουμε βολευτεί στην καθημερινότητά μας, νομίζω θα εκπλαγεί. Μία ζωή που είναι αντίθετη με τα λόγια και τα πιστεύω μας, κάτω από τη δικαιολογία ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή. ΠΑΝΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΠΙΛΟΓΗ.
Συγχωρέστε με για τα κεφαλαία, αλλά δεν το χωράει το μυαλό μου. Πώς γίνεται να μην έχουμε επιλογή; Με αυτή γεννηθήκαμε και με αυτή θα πεθάνουμε. Είναι το δικαίωμα που δεν μπορεί να μας στερήσει ούτε η χειρότερη σκλαβιά. Απλά δεν θέλουμε να αλλάξουμε τα δεδομένα. Μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι είναι μάταιο.
Είναι μάταιο να πετάξω την τηλεόραση από το παράθυρο, να ξεφορτωθώ τα σκουπίδια που έχω μέσα στο ψυγείο μου, να φτιάξω ένα πιάτο φαγητό για την κοινωνική κουζίνα, να δώσω τα φάρμακα που δεν χρειάζομαι στο κοινωνικό ιατρείο, να μην πάω τα παιδιά μου φροντιστήριο και να τα στείλω στην ενισχυτική, να γεμίσω τη βιβλιοθήκη μου με τα αριστουργήματα του κόσμου, να βρω μισή ώρα μέσα στη μέρα μου για να περπατήσω, να ψάξω να βρω πως μπορώ να αξιοποιήσω τα ταλέντα μου και γιατί όχι να δημιουργήσω ένα συμπληρωματικό εισόδημα, να σταματήσω να γκρινιάζω και να αρχίσω να μιλάω γι’ αυτόν τον διαφορετικό τρόπο ζωής.
Και γιατί νιώθουμε ότι είναι μάταιο; Γιατί τα αυτιά μας και τα μάτια μας γεμίζουν από τη μιζέρια που μας ταΐζουν. Γιατί πιστεύουμε ότι είμαστε μόνοι μας ή ότι αυτό δεν θα αλλάξει τον κόσμο. Όμως αν δεν αλλάξει από εμάς, από ποιους θα αλλάξει;
Τις καλύτερες ευχές μου!