Η Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 25 Μαρτίου είχε προαναγγελθεί ότι θα έχει κεντρικό θέμα τις ευρω-τουρκικές σχέσεις. Όχι ευκαιριακά, με αφορμή τις εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά για το μακροπρόθεσμο μέλλον των σχέσεων αυτών.
Η ΕΕ βλέπει την Τουρκία ως (μόνιμο) γείτονα. Εκτιμά ότι η χώρα αυτή είναι σήμερα μια περιφερειακή δύναμη με σημαντικό ρόλο στα πράγματα της περιοχής. Και επιθυμεί να οικοδομήσει μια συνολική, περιεκτική σχέση μαζί της, ώστε να την έχει κοντά της αλλά και να «ελέγχει» την εξωτερική συμπεριφορά της και την εσωτερική πορεία της.
Η ΕΕ δεν θέλει να επιβάλλει κυρώσεις την Τουρκία. Γνωρίζει ότι αν βάλει κυρώσεις, μπορεί και η Τουρκία να επιβάλλει δικές της κυρώσεις. Και θα υπάρχει μια αέναη αντιπαλότητα μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας. Επιπλέον συνέπειες θα είναι η περαιτέρω όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και η διακοπή κάθε προόδου στο Κυπριακό. Διότι η Τουρκία δεν θα μείνει με σταυρωμένα χέρια και θα αυξήσει ακόμα περισσότερο την ένταση στην περιοχή μας.
Η επίλυση των προβλημάτων μας με την Τουρκία περνά μέσω της βελτίωσης των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας, και όχι μέσω της επιδείνωσης τους. Αν δεν δοθεί κίνητρο στην Τουρκία, δεν θα μπορέσει η χώρα αυτή να κάνει τις κινήσεις που θέλουμε, στις ελληνοτουρκικές διαφορές και στο Κυπριακό.
Θετική ατζέντα
Στο κείμενο Συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής προκρίνεται η «θετική ατζέντα» με την Τουρκία: νέα συμφωνία για το Προσφυγικό, αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων, συνεργασία σε ενεργειακό τομέα και μεταφορές.
Εκφράζεται πλήρης δέσμευση για συνολική διευθέτηση του Κυπριακού, και προσμονή για την επανάληψη των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, στις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συμμετάσχει ως παρατηρητής.
Για να συμπεριλάβει παρατηρήσεις Ελλάδας και Κύπρου, προστίθεται ότι η ΕΕ διαθέτει εργαλεία και επιλογές, που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν, εφόσον υπάρξουν παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου ή ενέργειες με αρνητικές επιπτώσεις για τα συμφέροντα της ΕΕ και κρατών-μελών της.
Στην Έκθεση του προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική, Γιοζέπ Μπορέλ, σημειώνει ότι τους τελευταίους μήνες υπήρξαν θετικά βήματα για αποκλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο. Χαρακτηρίζει όμως την ύφεση αυτή «εύθραυστη», και τονίζει ότι απαιτείται χρόνος για να αξιολογηθεί αν η αποκλιμάκωση είναι διαρκής και αξιόπιστη. Άρα, θέτει την ΕΕ σε έναν εποπτικό ρόλο της κατάστασης που θα διαμορφώνεται επί του πεδίου.
Αποτυπώνεται, λοιπόν, το πνεύμα ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θέλουν “εποπτεία” και “θετική ατζέντα” με την Τουρκία για να συμβάλουν στην επίλυση των προβλημάτων. Αυτό είναι προς όφελος της Ελλάδας και της Κύπρου, και μπορεί να αξιοποιηθεί με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που απαιτούν πολιτικό θάρρος, και όχι με προσκόλληση σε στερεότυπα δόγματα εξωτερικής πολιτικής.
Μήνυμα για ομαλή πορεία
Τελικά, η συνολική ρύθμιση των ευρω-τουρκικών σχέσεων δεν έγινε σε αυτή την Σύνοδο. Αυτή παραπέμπεται για την Σύνοδο του Ιουνίου. Αυτό οφείλεται στο ότι η Σύνοδος έγινε διαδικτυακά και όχι δια ζώσης, γεγονός που δεν επιτρέπει την λήψη μειζόνων αποφάσεων.
Επίσης, αρκετές χώρες δεν ήταν έτοιμες. Κάποιες πιθανολογούν ότι Ελλάδα και Κύπρος θα προσπαθήσουν να μπλοκάρουν την εξέλιξη αυτή και δεν θέλουν να εκτεθούν. Πολλές προβληματίζονται με τις αρνητικές εξελίξεις στα ανθρώπινα δικαιώματα εντός της Τουρκίας, ιδιαιτέρως με την απόσυρση της από την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την βία κατά των γυναικών και με την πιθανή απαγόρευση του φιλο-κουρδικού Κόμματος για την Δημοκρατία των Λαών (HDP).
Ορισμένες άλλες κυβερνήσεις έχουν “αντι-τουρκισμό”, προερχόμενο από την ισλαμο–φοβία που υπάρχει στις κοινωνίες τους και φοβούνται πολιτικό κόστος σε επερχόμενες εκλογές. Και όλες, βεβαίως, αναμένουν την στάση της νέας αμερικανικής προεδρίας Μπάϊντεν.
Παρά το ότι δεν ελήφθησαν πολύ συγκεκριμένες αποφάσεις τώρα, η Σύνοδος Κορυφής θέτει σε εκκίνηση την διαδικασία («σταδιακή και αντιστρέψιμη», όπως αναφέρεται) για την προώθηση της «θετικής ατζέντας» με την Τουρκία και την εμβάθυνση των ευρω-τουρκικών σχέσεων. Στέλνει θετικό μήνυμα με προσεκτικό χειρισμό, προκειμένου να συμβάλει στην ομαλή πορεία των διερευνητικών συνομιλιών Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά και ενόψει της άτυπης πενταμερούς Διάσκεψης για το Κυπριακό στα τέλη Απριλίου.