Σημαντικά τα ευρήματα της έρευνας της Opinion Poll, αφού φέρνουν στην επιφάνεια νέα δεδομένα και σκιαγραφούν το προφίλ μιας κοινωνίας χτυπημένης από την κρίση, απογοητευμένης, απαισιόδοξης και με εμφανή τη δυσκολία να εμπιστευτεί κάποιον ως λύση που εγγυάται την έξοδο από τον κύκλο της φτωχοποίησης και της κρίσης.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 75,29% δηλώνει ότι η χώρα στην τριετία διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ πήγε χειρότερα, έναντι 17,38% που θεωρεί ότι πήγε καλύτερα. Σημειώνεται ξεχωριστά ότι αυτή την αρνητική εκτίμηση υιοθετεί ακόμα και το 50% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Αυτή την άποψη υιοθετεί το 90,31% των ψηφοφόρων της ΝΔ.
Ταυτόχρονα, το 79,23% διακατέχεται από μια μεγάλη απογοήτευση για το μέλλον της χώρας, καθώς φαίνεται να «μη βλέπει φως». Μάλιστα, φαίνεται να μη θεωρούν ότι η έξοδος από τα μνημόνια θα σηματοδοτήσει μια καλύτερη πορεία της χώρας. Η φτωχοποίηση, η ανεργία, η ανασφάλεια των νέων, τα εθνικά προβλήματα, η απουσία μιας προοπτικής αναπτυξιακής πορείας εμποδίζουν τη δημιουργία ενός κλίματος αισιοδοξίας.
Στο σημείο αυτό, έχει αξία ότι, παρά τη συγκριτικά καλύτερη εικόνα της ΝΔ, και τα δύο βασικά, μεγάλα, κόμματα συγκεντρώνουν χαμηλά ποσοστά θετικών απόψεων. Τα ποσοστά αυτά είναι 20% για τον ΣΥΡΙΖΑ, με το 76% να έχει αρνητική άποψη (ακόμα και το 48,5% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ) και το 26,90% για τη ΝΔ (με το 67,36% να έχει αρνητική εικόνα για το πώς ασκεί τα καθήκοντά της ως αξιωματική αντιπολίτευση). Γι’ αυτό άλλωστε, στο ερώτημα ποια κυβέρνηση θεωρούν οι πολίτες πιο αποτελεσματική για να βγει η χώρα από την κρίση, το 19,47% απαντά κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ και πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έναντι του 14,60% που προτιμά κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα. Ωστόσο, το 59,53% απαντάει καμία από τις δύο. Πρόκειται για εντυπωσιακό και ανησυχητικό για το πολιτικό σύστημα εύρημα.
Σε αυτό το τοπίο, η συζήτηση για το σκάνδαλο Novartis φαίνεται να τροφοδοτεί από τη μία αλλαγή συσχετισμών και από την άλλη αμφισβήτηση και τόνωση της έλλειψης εμπιστοσύνης. Το 75,27% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι υπάρχει σκάνδαλο Novartis που θα πρέπει να εξιχνιαστεί μέχρι τέλους. Αυτό είναι ένα ποσοστό αναμενόμενο, μια και κανένας δεν αρνείται ότι σκάνδαλο υπάρχει. Ωστόσο, από εκεί και πέρα αρχίζουν να εμφανίζονται αλλεπάλληλα αποτελέσματα που τροφοδοτούν προβληματισμούς. Το 36,13% θεωρεί ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησης στοχεύουν στην ενοχοποίηση των πολιτικών αντιπάλων της, έναντι του 37,15% που κρίνει ότι οι χειρισμοί της συμβάλλουν στην εξιχνίαση του σκανδάλου, ενώ το 26,72% δεν παίρνει θέση. Επίσης, το 36,44% δεν υιοθετεί την άποψη της αντιπολίτευσης ότι βρισκόμαστε απέναντι σε μία σκευωρία, ενώ το 35,2% την υιοθετεί, με το 28,36 να μην παίρνει θέση.
Οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις δείχνουν από τη μία ότι η κυβέρνηση υπερτερεί οριακά της αντιπολίτευσης ως προς την υιοθέτηση της τακτικής και των επιχειρημάτων της. Είναι κάτι λογικό, αφού φαίνεται να αγγίζει ένα ευρύτερο ακροατήριο που εξ ορισμού είναι καχύποπτο σε ό,τι αφορά τα θέματα διαφθοράς και ό,τι συνδέεται με αυτά ή θεωρούν ότι έτσι κι αλλιώς «οι περισσότεροι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι». Ταυτόχρονα, ο μεγάλος αριθμός όσων δεν παίρνουν θέση υποκρύπτει παραπέρα απογοήτευση και εν δυνάμει αποστασιοποίηση από την πολιτική. Μιλάμε για μια κοινή γνώμη ουσιαστικά τριχοτομημένη.
Το πιο εντυπωσιακό πάντως εύρημα είναι ότι οι έξι στους δέκα θεωρούν ότι καλώς παραπέμφθηκαν πολιτικά στελέχη σε Προανακριτική! Ασφαλώς σε αυτό συναθροίζονται πολλές προσεγγίσεις. Στο 60% συναθροίζονται αυτοί που θεωρούν ότι καλώς τους παρέπεμψε η κυβερνητική πλειοψηφία, αλλά και όσοι θεωρούν ότι εδώ που έφτασαν οι καταστάσεις καλό είναι να αποδειχτεί το διάτρητο, κατά τη γνώμη τους, όλης της διαδικασίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, δείχνει τουλάχιστον επικοινωνιακή ήττα της αντιπολίτευσης και κυριαρχία της κίνησης της κυβέρνησης.
Όλες οι παραπάνω διεργασίες αποτυπώνονται και στα κρίσιμα ερωτήματα της καταλληλότητας για πρωθυπουργός και βέβαια στην πρόθεση ψήφου. Και στα δύο επιβεβαιώνεται το σταθερό προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο όμως φαίνεται να «ροκανίζεται».
Στην πρόθεση ψήφου η ΝΔ προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ με 20,25% έναντι 13,93% (διαφορά 6,3%, όταν τον Δεκέμβριο του 2017 ήταν 11,74%!). Αυτή η μεταβολή οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση του ποσοστού της ΝΔ, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σχεδόν σταθερός. Στα αποτελέσματα, μετά την αφαίρεση λευκών, άκυρων, αποχής, η ΝΔ εμφανίζεται με ποσοστό 24,64% έναντι 16,30% του ΣΥΡΙΖΑ (διαφορά 8,34% έναντι 12,86% σύμφωνα με την έρευνα του Δεκεμβρίου).
Ταυτόχρονα, όλα τα κόμματα –πλην της Χρυσής Αυγής– δείχνουν τάσεις οριακής μείωσης των ποσοστών τους, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Κινήματος Αλλαγής, που εμφανίζεται με 4,76% έναντι 7,5% τον Δεκέμβριο και μετά την αναγωγή με 5,79% έναντι 8,88% δύο μήνες πριν.
Σημαντικές δυνάμεις από όλο το πολιτικό φάσμα συγκεντρώνεται στους αναποφάσιστους και στην επιλογή της αποχής, δείχνοντας την απομάκρυνση των πολιτών από κόμματα που μπορεί και να επέλεγαν μέχρι πρόσφατα. Πού θα οδηγηθούν όλοι αυτοί; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά. Σίγουρα πάντως η συνέχιση της ανασφάλειας για το μέλλον της χώρας και ο δημόσιος διάλογος, όπως διεξάγεται, δημιουργούν πιθανά τους κινδύνους μιας αποσταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος και αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά για την πριμοδότηση ακραίων επιλογών.
Ανάλυση του Ζαχαρία Ζούπη
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο