Το βλέμμα χανόταν στα ψηλά βουνά, στα “γκρέμια” που αλλού καταβυθίζονται στο μπλε του Λιβυκού πελάγους και αλλού μας κάνουν τη χάρη εμάς τους ανθρώπους να αφήνουν κάποια μέτρα γης γεμάτης με ψιλή άμμο, βότσαλα και αφρούς από την άγρια θάλασσα… Γη που λες και φτιάχτηκε έτσι που να μην πατιέται εύκολα εκεί στα νότια, οπότε λίγες οι ευκαιρίες να την απολαύσεις αυτόνομα σα δική σου. Εκεί περάσαμε κι εμείς ένα αξέχαστο διήμερο στα μέσα κάποιου περασμένου Αυγούστου, με τον Αίολο σύμμαχό μας και τις σκέψεις για το αν τελικά θα επιστρέψουμε για μόνιμη διαμονή στην Κρήτη να φουντώνουν.
Απογευματάκι Παρασκευής λοιπόν, μετά την άφιξή μας στα Χανιά, κατευθείαν στα αγαπημένα μου Κουνουπιδιανά, εκεί όπου αρκετά χρόνια πριν νοίκιαζα το πρώτο μου σπίτι. Πλέον ολόκληρη κωμόπολη, με ένα αγαπημένο μας ταβερνάκι ακόμη εκεί! Κοντοσούβλι, κρητικές σαλάτες, κρασάκι και φυσικά η απαραίτητη ρακή για κέρασμα. Άντε να κουνηθείς μετά, είχαμε και δρόμο μέχρι την Παλαιόχωρα. Στο σπίτι του καλού μας φίλου Αντρέα είχαμε την προετοιμασία των εφοδίων και του σκάφους που θα ρίχναμε στη θάλασσα από την Παλαιόχωρα. Μας πήρε καμιά ώρα, μαζί και τα ψαροντούφεκα στο σκάφος, ποτέ δεν ξέρεις τι θα βρει ο Αντρέας.
Η διαδρομή προς νότο κύλησε ευχάριστα για εμάς που δεν οδηγούσαμε, όταν μας άφηνε ο ενοχλητικός οδηγός να κοιμηθούμε… Αργά το απόγευμα φτάναμε στην Παλαιόχωρα, το πρόγραμμα έλεγε ταβερνάκι, περπάτημα ωσάν τουρίστες και στήσιμο σκηνών στην παραλία Γυαλισκάρι. Το ταβερνάκι μας κράτησε λιγάκι πιο πολύ, το φουσκωτό το παρκάραμε με ασφάλεια στο λιμάνι, κάποια “απρόοπτα” έστειλαν τους δύο φίλους μας σε ξενοδοχείο για “ύπνο” (δε σχολιάζω άλλο..). Οπότε, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, αλλά με αρκετό αέρα, τα καταφέραμε και ετοιμάσαμε το κατάλυμά μας. Κρίμα που δεν είχα τρίποδο και ανάλογες γνώσεις τότε για να φωτογραφίσω όλη την πανδαισία αστεριών πάνω από τα κεφάλια μας, με τη θάλασσα να “τραγουδάει” λίγα μέτρα πιο πέρα…
Η νύχτα πέρασε με όχι και τόσο ήσυχο ύπνο, πρώτη φορά camping βλέπετε. Τώρα που το ανακαλύψαμε όμως, ποιος μας πιάνει! Το ξημέρωμα, κάπως έτσι..
Δε θέλαμε να χάσουμε χρόνο όμως, έπρεπε να ξεστήσουμε και να ρίξουμε το σκάφος στη θάλασσα, δεν είναι και τόσο μικρή η απόσταση προς τις παραλίες πέριξ της Αγίας Ρουμέλης που θα πηγαίναμε. Όλα έγιναν γρήγορα, και ταχύτατα βγήκαμε στα ανοιχτά της Παλαιόχωρας. Έλα όμως που τέσσερα άτομα, μαζί με ψυγεία, εξοπλισμό ψαρέματος, φαγητά, ποτά και ό,τι άλλο φαντάζεστε ήταν πολλά για τον κινητήρα. Ok, δε θα πνιγόμασταν, αλλά το “Ατλαντίς” δεν έλεγε να “πλανάρει” με τίποτα.. δεν πειράζει, με λίγο παραπάνω καύσιμο και υπομονή περνούσαμε κοντά από κάποιες ερημικές παραλίες. Προορισμός μας, η παραλία Καλόγηρος, ακριβώς πριν την Αγία Ρουμέλη. Μέχρι να φτάσουμε εκεί, να τι έβλεπαν τα μάτια μας..
Άφιξη στον Καλόγηρο, ξεφόρτωμα του σκάφους, τακτοποίηση στην πίσω σπηλιά, για όσους ξέρουν. Και μετά, τι άλλο, απλά απολαμβάναμε το χρόνο να κυλάει διαφορετικά. Τα θεόρατα βράχια κάθετα στην ακτή, τα κύματα που έσκαγαν στο ψιλό βότσαλο, ο ήλιος, η αρμύρα, κι όλα αυτά σχεδόν μόνο δικά μας.. Ντόπιοι και τουρίστες ερχόντουσαν κι έφευγαν, γκρουπ γυμνιστών προχωρημένης ηλικίας έκαναν μια επίσκεψη..καταλαβαίνετε.
Κατά το μεσημεράκι πήραμε το σκάφος και, σαν έμπειρος βαρκάρης (τρομάρα μου) βοήθησα τον Αντρέα να τσακώσει ένα χταπόδι, να έχουμε και μια λιχουδιά στα κάρβουνα, όχι μόνο κρεατικά. Η αλήθεια είναι πως τους τόπους εκείνους δεν τους ήξερε καλά, τα νερά ήταν πολύ θολά, οπότε οι ροφοί και τα σαργουδάκια που πιθανόν βρίσκονται εκεί κερδίσανε κι άλλη μέρα ζωής. Το αν μας άρεσε το ολόφρεσκο χταπόδι περιττό να το αναφέρω.
Κάπως έτσι, χαλαρά και όμορφα, με τη θάλασσα να μας συντροφεύει σε συζητήσεις ουσιώδεις και μη, πέρασε εκείνη η μέρα. Το δειλινό υπέροχο, η ήρεμη πλέον θάλασσα ήταν σε άλλο ρυθμό και ο ύπνος καμία σχέση με την προηγούμενη νύχτα.
Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι την επόμενη. Απλά τα φαγητά έφτασαν μόνο για πρωινό, οπότε το μεσημεράκι μας βρήκε σε μια από τις ταβέρνες στην Αγία Ρουμέλη, μαζί με τους πεζοπόρους που έφταναν μέσα από το ανυπέρβλητο φαράγγι της Σαμαριάς. Η ηρεμία και η τόσο διαφορετική ατμόσφαιρα εκεί στα νότια της Κρήτης είναι που μας ξαναγέννησαν τις σκέψεις να κατέβουμε για μόνιμη διαμονή. Και το απόγευμα στο δρόμο της επιστροφής για Παλαιόχωρα, με το βοριά να μας χτυπάει σε κάποια σημεία κάνοντας την όλη φάση διασκεδαστική, νιώσαμε κάτι από την πραγματική θάλασσα, το μπλε που σε καθηλώνει!
Οι σύντομες αυτές διακοπές μας πέρασαν, η αγάπη για τον τόπο εκείνο όχι. Σύντομα το επόμενο μέρος από τις ακτές του Λιβυκού πελάγους, καλό καλοκαίρι σε όλους!